Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προϋπαρχή
προϋπάρχω
προύπεμψα
προύπῑνον
προυπισχνέομαι
προυπογράφομαι
προυπολαμβάνω
προυποτίθεμαι
προῦπτος
προύργου
προυρρήθην
προυσελέω
Προυσέληνος
προύσκεπτο
προυσκόπουν
προύστην
προύσχον
προυτεθεσπίκει
προύτρεψα
προύτυψα
προύφαινον
View word page
προυρρήθην
προυρρήθηνaor.pass.seeπροείρω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προυρρήθην
Headword (normalized):
προυρρήθην
Headword (normalized/stripped):
προυρρηθην
IDX:
35241
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35242
Key:
προυρρήθην

Data

{'headword_display': '<b>προυρρήθην</b>', 'content': '<XE><RefFm>προυρρήθην<LblR>aor.pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>προείρω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'προυρρήθην'}