Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προυξερευνάω
προυξερευνητής
προυξεφίεμαι
προϋπαρχή
προϋπάρχω
προύπεμψα
προύπῑνον
προυπισχνέομαι
προυπογράφομαι
προυπολαμβάνω
προυποτίθεμαι
προῦπτος
προύργου
προυρρήθην
προυσελέω
Προυσέληνος
προύσκεπτο
προυσκόπουν
προύστην
προύσχον
προυτεθεσπίκει
View word page
προ-υποτίθεμαι
προ-υποτίθεμαιmid.vb positw.acc. many thingsin advanceArist.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προυποτίθεμαι
Headword (normalized):
προυποτίθεμαι
Headword (normalized/stripped):
προυποτιθεμαι
IDX:
35238
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35239
Key:
προυποτίθεμαι

Data

{'headword_display': '<b>προ-υποτίθεμαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-υποτίθεμαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>posit<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl> many things</Prnth>in advance</Tr><Au>Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προυποτίθεμαι'}