Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἁλίπληκτος
ἁλιπλήξ
ἁλίπλοος
ἁλιπόρφυρος
ἁλίρροθος
ἁλίρρυτος
ἅλις
ἀλίσγημα
ἁλίσκομαι
ἁλιστέφανος
ἁλίστονος
ἄλιστος
ἀλιταίνω
ἁλιτενής
ἀλιτήμερος
ἀλιτήμων
ἀλιτήριος
ἀλιτηριώδης
ἀλιτόξενος
ἀλιτραίνω
ἀλιτρίᾱ
View word page
ἁλί-στονος
ἁλί-στονοςονadjστόνος of shoreswhere the sea moansA.

ShortDef

sea-resounding

Debugging

Headword:
ἁλίστονος
Headword (normalized):
ἁλίστονος
Headword (normalized/stripped):
αλιστονος
IDX:
3520
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3521
Key:
ἁλίστονος

Data

{'headword_display': '<b>ἁλί-στονος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἁλί-στονος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στόνος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of shores</Indic><Tr>where the sea moans</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἁλίστονος'}