Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προτιειλέω
προτιείποι
προτίθημι
προτῑμάω
προτῑ́μησις
πρότῑμος
προτιμῡθέομαι
προτῑμωρέω
προτιόσσομαι
προτίω
πρότμησις
προτολμάομαι
πρότομα
προτομή
πρότονος
προτρεπτικός
προτρέπω
προτρέχω
πρότριτα
προτροπάδην
προτροπή
View word page
πρότμησις
πρότμησιςεωςfπροτέμνω cutting in frontconcr., ref. to the place where the umbilical cord is cutnavelIl.

ShortDef

waist

Debugging

Headword:
πρότμησις
Headword (normalized):
πρότμησις
Headword (normalized/stripped):
προτμησις
IDX:
35205
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35206
Key:
πρότμησις

Data

{'headword_display': '<b>πρότμησις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πρότμησις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>προτέμνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>cutting in front</Def><nS2><Indic>concr., ref. to the place where the umbilical cord is cut</Indic><Tr>navel</Tr><Au>Il.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'πρότμησις'}