Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προτενής
προτένθαι
προτενθεύω
προτεραίᾱ
προτεραίτερος
προτερέω
προτερηγενής
προτέρημα
πρότερος
προτέρω
προτεύχομαι
προτί
προτιάπτω
προτιειλέω
προτιείποι
προτίθημι
προτῑμάω
προτῑ́μησις
πρότῑμος
προτιμῡθέομαι
προτῑμωρέω
View word page
προ-τεύχομαι
προ-τεύχομαιpass.vbpf.inf.
προτετύχθαι
pf.of circumstancesexist in the pastand so be now of less concernIl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προτεύχομαι
Headword (normalized):
προτεύχομαι
Headword (normalized/stripped):
προτευχομαι
IDX:
35192
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35193
Key:
προτεύχομαι

Data

{'headword_display': '<b>προ-τεύχομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-τεύχομαι</HL><PS>pass.vb</PS><FG><Tns><Lbl>pf.inf.</Lbl><Form>προτετύχθαι</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><vSGrm><GLbl>pf.</GLbl><Indic>of circumstances</Indic><Def>exist in the past<Expl>and so be now of less concern</Expl></Def><Au>Il.</Au></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'προτεύχομαι'}