Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρόσωπον
προσωτέρω
προσωφελέω
προσωφέλημα
προσωφέλησις
πρόταγμα
προταινί
πρότακτοι
προταμιεῖον
προταρβέω
προταρῑχεύω
πρότασις
προτάσσω
προτείνω
προτείχισμα
προτέλεια
προτελέω
προτελίζω
προτεμένισμα
προτέμνω
προτενής
View word page
προ-ταρῑχεύω
προ-ταρῑχεύωvb saltpicklecertain birdsfirstbefore eating themHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προταρῑχεύω
Headword (normalized):
προταρῑχεύω
Headword (normalized/stripped):
προταριχευω
IDX:
35172
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35173
Key:
προταρῑχεύω

Data

{'headword_display': '<b>προ-ταρῑχεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-ταρῑχεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>salt<or/>pickle<Prnth>certain birds</Prnth>first<Expl>before eating them</Expl></Tr><Au>Hdt.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προταρῑχεύω'}