Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσφίλεια
προσφιλής
προσφιλονικέω
προσφοιτάω
προσφορᾱ́
προσφορέω
προσφορήματα
πρόσφορος
προσφυής
προσφῡσάομαι
πρόσφυσις
προσφύω
προσφωνέω
προσφώνημα
προσφώνησις
προσχαίρω
προσχαρίζομαι
προσχάσκω
πρόσχημα
πρόσχισμα
προσχλευάζω
View word page
πρόσφυσις
πρόσφυσιςεωςfπροσφύω gripof a rider, w.dat.on a horse's shouldersX.

ShortDef

growing to: clinging to

Debugging

Headword:
πρόσφυσις
Headword (normalized):
πρόσφυσις
Headword (normalized/stripped):
προσφυσις
IDX:
35132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35133
Key:
πρόσφυσις

Data

{'headword_display': '<b>πρόσφυσις</b>', 'content': "<NE><HG><HL>πρόσφυσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>προσφύω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>grip<Expl>of a rider, <GLbl>w.dat.</GLbl>on a horse's shoulders</Expl></Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>", 'key': 'πρόσφυσις'}