Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσυμμίσγω
προσυνοικέω
προσυπακούω
προσυπάρχω
προσυπισχνέομαι
προσυποδείκνῡμι
προσυπομιμνήσκω
προσυφαίνω
προσφάγιον
πρόσφαγμα
προσφάζω
προσφάσθαι
πρόσφατος
προσφερής
προσφέρω
προσφεύγω
πρόσφημι
προσφθέγγομαι
προσφθεγκτός
πρόσφθεγμα
προσφθείρομαι
View word page
προ-σφάζω
προ-σφάζωvb pass.of an animal's bloodbe shed in sacrificew.dat.to the deadE.

ShortDef

to sacrifice beforehand

Debugging

Headword:
προσφάζω
Headword (normalized):
προσφάζω
Headword (normalized/stripped):
προσφαζω
IDX:
35109
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35110
Key:
προσφάζω

Data

{'headword_display': '<b>προ-σφάζω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>προ-σφάζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><vSGrm><GLbl>pass.</GLbl><Indic>of an animal's blood</Indic><Def>be shed in sacrifice</Def><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>to the dead<Au>E.</Au></Cmpl></vSGrm> </vS1> </VE>", 'key': 'προσφάζω'}