Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προστάττω
προσταυρόω
προστέγιον
προστειχίζομαι
προστείχω
προστεκταίνομαι
προστελέω
προστέλλω
προστένω
προστερνίδιον
πρόστερνος
προστετᾱκώς
προστεχνάομαι
προστηθίδια
προστήκομαι
προστίθημι
προστῑλάω
προστῑμάω
προστῑ́μημα
πρόστῑμον
προστόμια
View word page
πρό-στερνος
πρό-στερνοςονadjστέρνον of folds of a dressover the breastA.

ShortDef

before

Debugging

Headword:
πρόστερνος
Headword (normalized):
πρόστερνος
Headword (normalized/stripped):
προστερνος
IDX:
35074
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35075
Key:
πρόστερνος

Data

{'headword_display': '<b>πρό-στερνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πρό-στερνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στέρνον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of folds of a dress</Indic><Tr>over the breast</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πρόστερνος'}