Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρόστασις
προστάσσω
προστατείᾱ
προστατεύω
προστατέω
προστατήριος
προστάτης
προστατικός
προστάττω
προσταυρόω
προστέγιον
προστειχίζομαι
προστείχω
προστεκταίνομαι
προστελέω
προστέλλω
προστένω
προστερνίδιον
πρόστερνος
προστετᾱκώς
προστεχνάομαι
View word page
προ-στέγιον
προ-στέγιονουndimin.στέγη porchof a cottagePlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προστέγιον
Headword (normalized):
προστέγιον
Headword (normalized/stripped):
προστεγιον
IDX:
35066
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35067
Key:
προστέγιον

Data

{'headword_display': '<b>προ-στέγιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προ-στέγιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>στέγη</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>porch<Expl>of a cottage</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'προστέγιον'}