Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσσφάζω
πρόσσω
πρόσταγμα
προστακείς
προστακτικός
προσταλαιπωρέω
πρόσταξις
προστασίᾱ
πρόστασις
προστάσσω
προστατείᾱ
προστατεύω
προστατέω
προστατήριος
προστάτης
προστατικός
προστάττω
προσταυρόω
προστέγιον
προστειχίζομαι
προστείχω
View word page
προστατείᾱ
προστατείᾱᾱςfπροστάτης position at the headpresidencyof a local groupTh.in a civic or military ctxt.leadershipX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προστατείᾱ
Headword (normalized):
προστατείᾱ
Headword (normalized/stripped):
προστατεια
IDX:
35058
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35059
Key:
προστατείᾱ

Data

{'headword_display': '<b>προστατείᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προστατείᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>προστάτης</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>position at the head</Def><Tr>presidency<Expl>of a local group</Expl></Tr><Au>Th.</Au><nS2><Indic>in a civic or military ctxt.</Indic><Tr>leadership</Tr><Au>X.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'προστατείᾱ'}