Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσσυνοικέω
προσσῡρίζω
προσσφάζω
πρόσσω
πρόσταγμα
προστακείς
προστακτικός
προσταλαιπωρέω
πρόσταξις
προστασίᾱ
πρόστασις
προστάσσω
προστατείᾱ
προστατεύω
προστατέω
προστατήριος
προστάτης
προστατικός
προστάττω
προσταυρόω
προστέγιον
View word page
πρόστασις
πρόστασιςεωςfoutward show, pompous appearanceof a tyrant's life, opp. the realityPl.

ShortDef

outward dignity, pompous appearance, pomp

Debugging

Headword:
πρόστασις
Headword (normalized):
πρόστασις
Headword (normalized/stripped):
προστασις
IDX:
35056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35057
Key:
πρόστασις

Data

{'headword_display': '<b>πρόστασις</b>', 'content': "<NE><HG><HL>πρόστασις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Tr>outward show, pompous appearance<Expl>of a tyrant's life, opp. the reality</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>", 'key': 'πρόστασις'}