Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσραίνω
προσράπτω
προσρέω
προσρήγνῡμι
προσρηθήσομαι
πρόσρημα
πρόσρησις
προσρητέος
προσρῑ́πτω
προσσαίνω
προσσέβω
προσσημαίνω
πρόσσοθεν
προσσπαίρω
προσσταυρόω
προσστείχω
προσστέλλω
προσστρατοπεδεύω
προσσυλλαμβάνω
προσσυνοικέω
προσσῡρίζω
View word page
προσ-σέβω
προσ-σέβωvb revere, honoura dead personw. lamentationsA.

ShortDef

to worship

Debugging

Headword:
προσσέβω
Headword (normalized):
προσσέβω
Headword (normalized/stripped):
προσσεβω
IDX:
35037
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35038
Key:
προσσέβω

Data

{'headword_display': '<b>προσ-σέβω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-σέβω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>revere, honour</Tr><Obj>a dead person<Expl>w. lamentations</Expl><Au>A.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'προσσέβω'}