Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσποίημα
προσποίησις
προσποιητικός
προσποίητος
προσπολεμέω
προσπολεμόομαι
προσπολέω
πρόσπολος
προσπορεύομαι
προσπορίζω
προσπορπᾱτός
προσπρᾱ́ττομαι
πρόσπταισις
πρόσπταισμα
προσπταίω
πρόσπτυγμα
προσπτύσσομαι
προσπτῡ́ω
προσπυνθάνομαι
προσραίνω
προσράπτω
View word page
προσ-πορπᾱτός
προσ-πορπᾱτόςόνadjπορπάω of Prometheuspinned, fastenedto a rockΑ.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσπορπᾱτός
Headword (normalized):
προσπορπᾱτός
Headword (normalized/stripped):
προσπορπατος
IDX:
35018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-35019
Key:
προσπορπᾱτός

Data

{'headword_display': '<b>προσ-πορπᾱτός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>προσ-πορπᾱτός</HL><Infl>όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πορπάω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Prometheus</Indic><Tr>pinned, fastened<Expl>to a rock</Expl></Tr><Au>Α.</Au></aS1></AE>', 'key': 'προσπορπᾱτός'}