Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρόσοψις
προσπαίζω
πρόσπαιος
προσπαλαίω
προσπαραβάλλομαι
προσπαραγράφω
προσπαρακαλέω
προσπαρασκευάζω
προσπαρατίθημι
προσπαρέχω
προσπαροξῡ́νω
προσπασσαλεύω
προσπάσχω
πρόσπεινος
προσπελάζω
προσπέμπω
προσπέρδομαι
προσπεριβάλλω
προσπεριγίγνομαι
προσπερικόπτω
προσπεριλαμβάνω
View word page
προσ-παροξῡ́νω
προσ-παροξῡ́νωvb of a remarkfurther irritatesomeonePlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσπαροξῡ́νω
Headword (normalized):
προσπαροξῡ́νω
Headword (normalized/stripped):
προσπαροξυνω
IDX:
34977
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34978
Key:
προσπαροξῡ́νω

Data

{'headword_display': '<b>προσ-παροξῡ́νω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-παροξῡ́νω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a remark</Indic><Tr>further irritate</Tr><Obj>someone<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'προσπαροξῡ́νω'}