Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσοιστέος
προσοίχομαι
προσολοφῡ́ρομαι
προσομαρτέω
προσομῑλέω
προσομῑλητικός
προσόμνῡμι
προσόμοιος
προσομοιόω
προσομολογέω
προσομολογίᾱ
προσομόργνυμαι
προσόμουρος
προσονομάζω
προσοράω
προσοργίζομαι
προσορέγομαι
προσορέω
προσορίζω
προσορμέω
προσορμίζομαι
View word page
προσομολογίᾱ
προσομολογίᾱᾱςf agreementadmissionby a litigantD.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσομολογίᾱ
Headword (normalized):
προσομολογίᾱ
Headword (normalized/stripped):
προσομολογια
IDX:
34948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34949
Key:
προσομολογίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>προσομολογίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προσομολογίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>agreement<or/>admission<Expl>by a litigant</Expl></Tr><Au>D.</Au></nS1></NE>', 'key': 'προσομολογίᾱ'}