Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσνωμάω
προσξυλλαμβάνω
προσόδιος
πρόσοδος
προσόζω
πρόσοιδα
προσοικειόω
προσοικέω
προσοικοδομέω
πρόσοικος
προσοιστέος
προσοίχομαι
προσολοφῡ́ρομαι
προσομαρτέω
προσομῑλέω
προσομῑλητικός
προσόμνῡμι
προσόμοιος
προσομοιόω
προσομολογέω
προσομολογίᾱ
View word page
προσοιστέος
προσοιστέοςᾱ ονvbl.adjπροσφέρωof a further deathto be addedw.dat.to an earlier oneE.of thingsto be brought into contactsts. w.dat.w. sthg. elsePl.

ShortDef

to be added to

Debugging

Headword:
προσοιστέος
Headword (normalized):
προσοιστέος
Headword (normalized/stripped):
προσοιστεος
IDX:
34938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34939
Key:
προσοιστέος

Data

{'headword_display': '<b>προσοιστέος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>προσοιστέος</HL><Infl>ᾱ ον</Infl><PS>vbl.adj</PS><Ety><Ref>προσφέρω</Ref></Ety></HG><aS1><Indic>of a further death</Indic><Tr>to be added<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>to an earlier one</Expl></Tr><Au>E.</Au></aS1><aS1><Indic>of things</Indic><Tr>to be brought into contact<Expl>sts. <GLbl>w.dat.</GLbl>w. sthg. else</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'προσοιστέος'}