Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσκυλίνδω
προσκυνέω
προσκύνησις
προσκυνητής
προσκύπτω
προσκυρέω
προσκύσαι
πρόσκωποι
προσλαγχάνω
προσλάζυμαι
προσλαλέω
προσλαμβάνω
προσλάμπω
προσλέγομαι
προσλείπω
προσλεύσσω
προσλέχομαι
πρόσληψις
προσλῑπαρέω
προσλογίζομαι
προσμανθάνω
View word page
προσ-λαλέω
προσ-λαλέωcontr.vb talk, chatusu. w.dat.to someoneThphr. Men.

ShortDef

to talk to

Debugging

Headword:
προσλαλέω
Headword (normalized):
προσλαλέω
Headword (normalized/stripped):
προσλαλεω
IDX:
34898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34899
Key:
προσλαλέω

Data

{'headword_display': '<b>προσ-λαλέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-λαλέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>talk, chat<Expl>usu. <GLbl>w.dat.</GLbl>to someone</Expl></Tr><Au>Thphr. Men.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προσλαλέω'}