Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἁλιείᾱ
ἁλιερκής
ἁλιεύς
ἁλιευτικός
ἁλιεύω
ἁλίζομαι
ᾱ̔λίζω
ἁλίη
ᾱ̔λίη
ἁλιήρης
ᾱ̓λίθιος
ἄλιθος
Ἁλικαρνᾱσσός
ᾱ̔λικίᾱ
ἁλίκλυστος
ἁλίκτυπος
ἁλιμέδων
ἀλίμενος
ἀλιμενότης
ἁλιμῡρήεις
ἁλιναιέτᾱς
View word page
ᾱ̓λίθιος
ᾱ̓λίθιοςdial.adj ᾱ̓λιθίωςdial.adv seeἠλίθιος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ᾱ̓λίθιος
Headword (normalized):
ᾱ̓λίθιος
Headword (normalized/stripped):
αλιθιος
IDX:
3487
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3488
Key:
ᾱ̓λίθιος

Data

{'headword_display': '<b>ᾱ̓λίθιος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ᾱ̓λίθιος</HL><PS>dial.adj</PS></HG> <HG><HL>ᾱ̓λιθίως</HL><PS>dial.adv</PS></HG> <XR>see<Ref>ἠλίθιος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ᾱ̓λίθιος'}