Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσκαλέω
προσκαρτερέω
προσκατάβλημα
προσκαταγιγνώσκω
προσκαταισχῡ́νω
προσκατακλαίομαι
προσκατακτάομαι
προσκαταλέγω
προσκαταλείπω
προσκαταλλάττομαι
προσκαταμένω
προσκατανέμω
προσκαταριθμέω
προσκατασκευάζω
προσκατασπάω
προσκατατάττω
προσκατατίθημι
προσκαταψεύδομαι
προσκατηγορέω
προσκάτημαι
πρόσκειμαι
View word page
προσ-καταμένω
προσ-καταμένωvb stay on for a longer timein a placeHyp.

ShortDef

remain at a place afterwards

Debugging

Headword:
προσκαταμένω
Headword (normalized):
προσκαταμένω
Headword (normalized/stripped):
προσκαταμενω
IDX:
34849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34850
Key:
προσκαταμένω

Data

{'headword_display': '<b>προσ-καταμένω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-καταμένω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>stay on for a longer time<Expl>in a place</Expl></Tr><Au>Hyp.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προσκαταμένω'}