Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσιζάνω
προσίζω
προσικνέομαι
προσίκτωρ
προσιππεύω
προσίστημι
προσιστορέω
προσίσχω
προσιτός
προσκαθέζομαι
προσκαθέλκω
προσκάθημαι
προσκαθίζω
προσκαθίστημι
προσκαθοπλίζω
προσκαθοράω
πρόσκαιρος
προσκαίω
προσκαλέω
προσκαρτερέω
προσκατάβλημα
View word page
προσ-καθέλκω
προσ-καθέλκωvb also launchshipsPlu.

ShortDef

to haul down besides

Debugging

Headword:
προσκαθέλκω
Headword (normalized):
προσκαθέλκω
Headword (normalized/stripped):
προσκαθελκω
IDX:
34831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34832
Key:
προσκαθέλκω

Data

{'headword_display': '<b>προσ-καθέλκω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-καθέλκω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>also launch</Tr><Obj>ships<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'προσκαθέλκω'}