Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσηῷος
προσθᾱκέω
πρόσθε(ν)
πρόσθεσις
πρόσθετος
προσθέω
προσθήκη
πρόσθημα
προσθιγγάνω
πρόσθιος
προσθόδομος
προσθροέω
προσίεμαι
προσιζάνω
προσίζω
προσικνέομαι
προσίκτωρ
προσιππεύω
προσίστημι
προσιστορέω
προσίσχω
View word page
προσθό-δομος
προσθό-δομοςονadjδόμος of a dead king, ref. to the location of his tombin front of the palaceA.

ShortDef

the former lord of a house

Debugging

Headword:
προσθόδομος
Headword (normalized):
προσθόδομος
Headword (normalized/stripped):
προσθοδομος
IDX:
34818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34819
Key:
προσθόδομος

Data

{'headword_display': '<b>προσθό-δομος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>προσθό-δομος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>δόμος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a dead king, ref. to the location of his tomb</Indic><Tr>in front of the palace</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'προσθόδομος'}