Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσζημιόω
πρόσηβος
προσηγορέω
προσηγόρημα
προσηγορίᾱ
προσηγορικός
προσήγορος
προσήιξαι
προσηκάμην
προσήκω
προσήλιος
προσηλόω
προσήλυτος
πρόσημαι
προσημαίνω
προσήνεμος
προσήνεπε
προσηνής
προσήρεικα
προσηχέω
προσηῷος
View word page
προσ-ήλιος
προσ-ήλιοςονadj of groundexposed to the sunsunnyX.

ShortDef

towards the sun, exposed to the sun, sunny

Debugging

Headword:
προσήλιος
Headword (normalized):
προσήλιος
Headword (normalized/stripped):
προσηλιος
IDX:
34798
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34799
Key:
προσήλιος

Data

{'headword_display': '<b>προσ-ήλιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>προσ-ήλιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of ground</Indic><Def>exposed to the sun</Def><Tr>sunny</Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'προσήλιος'}