Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἁλιᾱής
ἁλιαίετος
ἁλιάς
ἀλίαστος
ᾱ̓λίβας
ᾱ̓λίβατος
ἁλιβαφής
ἁλίβλητος
ἁλίβροχος
ἀλίγκιος
ἁλίδρομος
ἁλιείᾱ
ἁλιερκής
ἁλιεύς
ἁλιευτικός
ἁλιεύω
ἁλίζομαι
ᾱ̔λίζω
ἁλίη
ᾱ̔λίη
ἁλιήρης
View word page
ἁλί-δρομος
ἁλί-δρομοςουmἅλςδρόμος course over the seaAr.cj.

ShortDef

running over the sea

Debugging

Headword:
ἁλίδρομος
Headword (normalized):
ἁλίδρομος
Headword (normalized/stripped):
αλιδρομος
IDX:
3476
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3477
Key:
ἁλίδρομος

Data

{'headword_display': '<b>ἁλί-δρομος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἁλί-δρομος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>ἅλς</Ref><Ref>δρόμος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>course over the sea</Tr><Au>Ar.<LblR>cj.</LblR></Au></nS1></NE>', 'key': 'ἁλίδρομος'}