Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
προσεδρίᾱ
πρόσεδρος
προσέειπον
προσεθίζω
προσείδομαι
προσεῖδον
προσεικάζω
προσείκελος
προσεικέναι
πρόσειλος
προσείμην
πρόσειμι
πρόσειμι
προσεῖπον
προσείρω
προσεΐσκομαι
προσεισπρᾱ́σσω
προσείω
προσεκβάλλω
προσεκκαίω
προσεκλέγομαι
View word page
προσείμην
προσείμην
athem.aor.mid.
see
προσίεμαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
προσείμην
Headword (normalized):
προσείμην
Headword (normalized/stripped):
προσειμην
IDX:
34684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34685
Key:
προσείμην
Data
{'headword_display': '<b>προσείμην</b>', 'content': '<XE><RefFm>προσείμην<LblR>athem.aor.mid.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>προσίεμαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'προσείμην'}