Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσεδρεύω
προσεδρίᾱ
πρόσεδρος
προσέειπον
προσεθίζω
προσείδομαι
προσεῖδον
προσεικάζω
προσείκελος
προσεικέναι
πρόσειλος
προσείμην
πρόσειμι
πρόσειμι
προσεῖπον
προσείρω
προσεΐσκομαι
προσεισπρᾱ́σσω
προσείω
προσεκβάλλω
προσεκκαίω
View word page
πρόσ-ειλος
πρόσ-ειλοςονadjεἵλη of houses, opp. cavesexposed to the sun's heatsunny, warmA.

ShortDef

towards the sun, sunny

Debugging

Headword:
πρόσειλος
Headword (normalized):
πρόσειλος
Headword (normalized/stripped):
προσειλος
IDX:
34683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34684
Key:
πρόσειλος

Data

{'headword_display': '<b>πρόσ-ειλος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>πρόσ-ειλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>εἵλη</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of houses, opp. caves</Indic><Def>exposed to the sun's heat</Def><Tr>sunny, warm</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>", 'key': 'πρόσειλος'}