Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσδεκτέος
προσδέρκομαι
πρόσδετος
προσδέχομαι
προσδέω
προσδέω
προσδηλέομαι
προσδιαβάλλω
προσδιαιρέομαι
προσδιαλέγομαι
προσδιαμαρτυρέω
προσδιαμαρτῡ́ρομαι
προσδιανέμω
προσδιανοέομαι
προσδιαπρᾱ́σσομαι
προσδιαρπάζω
προσδιασαφέω
προσδιατρῑ́βω
προσδιαφθείρω
προσδιδάσκω
προσδίδωμι
View word page
προσ-διαμαρτυρέω
προσ-διαμαρτυρέωcontr.vb leg.testify furtherw.acc. + inf.compl.cl.that sthg. is the caseIs. Aeschin.

ShortDef

to testify in addition

Debugging

Headword:
προσδιαμαρτυρέω
Headword (normalized):
προσδιαμαρτυρέω
Headword (normalized/stripped):
προσδιαμαρτυρεω
IDX:
34641
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34642
Key:
προσδιαμαρτυρέω

Data

{'headword_display': '<b>προσ-διαμαρτυρέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-διαμαρτυρέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>leg.</Indic><Tr>testify further</Tr><Cmpl><GLbl>w.acc. + inf.<or/>compl.cl.</GLbl>that sthg. is the case<Au>Is. Aeschin.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'προσδιαμαρτυρέω'}