Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσάπτω
προσαραρίσκω
προσαράσσω
προσαρκέω
προσαρμόζω
προσαρτάω
προσάρχομαι
προσασκέω
προσάσσομαι
προσᾴσσω
προσαυαίνομαι
προσαυγάζω
προσαυδάω
προσαύλειος
προσαυλέω
προσαυξάνω
προσαύω
προσαφαιρέομαι
προσαφῑκνέομαι
προσαφίστημι
προσβαίνω
View word page
προσ-αυαίνομαι
προσ-αυαίνομαιpass.vb of Prometheus' bodywither away uponw.dat.a rockA.

ShortDef

to wither away upon

Debugging

Headword:
προσαυαίνομαι
Headword (normalized):
προσαυαίνομαι
Headword (normalized/stripped):
προσαυαινομαι
IDX:
34597
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34598
Key:
προσαυαίνομαι

Data

{'headword_display': '<b>προσ-αυαίνομαι</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>προσ-αυαίνομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of Prometheus' body</Indic><Tr>wither away upon</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>a rock<Au>A.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>", 'key': 'προσαυαίνομαι'}