Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσάλλομαι
προσαμβάσεις
προσαμῡ́νω
προσαμφιέννῡμι
προσαναβαίνω
προσαναγκάζω
προσαναγορεύω
προσαναγράφω
προσαναδέχομαι
προσαναδίδωμι
προσαναδραμεῖν
προσαναζητέω
προσαναιρέω
προσαναισιμόω
προσανακάμπτω
προσαναλαμβάνω
προσανᾱλίσκω
προσαναμιμνήσκω
προσανανεόομαι
προσαναπαύω
προσαναπληρόω
View word page
προσ-αναδραμεῖν
προσ-αναδραμεῖνaor.2 inf of a historiango backto an earlier timePlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσαναδραμεῖν
Headword (normalized):
προσαναδραμεῖν
Headword (normalized/stripped):
προσαναδραμειν
IDX:
34537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34538
Key:
προσαναδραμεῖν

Data

{'headword_display': '<b>προσ-αναδραμεῖν</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-αναδραμεῖν</HL><PS>aor.2 inf</PS></vHG> <vS1><Indic>of a historian</Indic><Tr>go back<Expl>to an earlier time</Expl></Tr><Au>Plb.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προσαναδραμεῖν'}