Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσαίτης
προσαιτιάομαι
προσακούω
προσακροβολίζομαι
προσακτέον
προσαλείφω
προσάλληλος
προσάλλομαι
προσαμβάσεις
προσαμῡ́νω
προσαμφιέννῡμι
προσαναβαίνω
προσαναγκάζω
προσαναγορεύω
προσαναγράφω
προσαναδέχομαι
προσαναδίδωμι
προσαναδραμεῖν
προσαναζητέω
προσαναιρέω
προσαναισιμόω
View word page
προσ-αμφιέννῡμι
προσ-αμφιέννῡμιvbfut.
προσαμφιῶ
putw.acc.a cloakaroundsomeoneAr.provide clothes forcaptivesPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσαμφιέννῡμι
Headword (normalized):
προσαμφιέννῡμι
Headword (normalized/stripped):
προσαμφιεννυμι
IDX:
34530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34531
Key:
προσαμφιέννῡμι

Data

{'headword_display': '<b>προσ-αμφιέννῡμι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προσ-αμφιέννῡμι</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>fut.</Lbl><Form>προσαμφιῶ </Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>put<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl>a cloak</Prnth>around</Tr><Obj>someone<Au>Ar.</Au></Obj><vS2><Tr>provide clothes for</Tr><Obj>captives<Au>Plb.</Au></Obj></vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'προσαμφιέννῡμι'}