Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προσᾱίσσω
προσαιτέω
προσαίτης
προσαιτιάομαι
προσακούω
προσακροβολίζομαι
προσακτέον
προσαλείφω
προσάλληλος
προσάλλομαι
προσαμβάσεις
προσαμῡ́νω
προσαμφιέννῡμι
προσαναβαίνω
προσαναγκάζω
προσαναγορεύω
προσαναγράφω
προσαναδέχομαι
προσαναδίδωμι
προσαναδραμεῖν
προσαναζητέω
View word page
προσαμβάσεις
προσαμβάσειςεωνdial.f.plπροσαναβαίνω milit.attacks by climbingscalingw.gen.of wallsE.means of ascentperiphr. w.gen. κλίμακοςκλιμάκωνscaling ladderladdersA. E.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσαμβάσεις
Headword (normalized):
προσαμβάσεις
Headword (normalized/stripped):
προσαμβασεις
IDX:
34528
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34529
Key:
προσαμβάσεις

Data

{'headword_display': '<b>προσαμβάσεις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προσαμβάσεις</HL><Infl>εων</Infl><PS>dial.f.pl</PS><Ety><Ref>προσαναβαίνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>milit.</Indic><Def>attacks by climbing</Def><Tr>scaling<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of walls</Expl></Tr><Au>E.</Au></nS1><nS1><Def>means of ascent</Def><nS2><Indic>periphr. <GLbl>w.gen. <Ref>κλίμακος</Ref><or/><Ref>κλιμάκων</Ref></GLbl></Indic><Tr>scaling ladder<or/>ladders</Tr><Au>A. E.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'προσαμβάσεις'}