Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προπιστεύω
προπίτνω
προπλέω
πρόπλους
προποδέω
προποδίζω
προποιέω
προπολεμέω
προπόλευμα
προπολέω
προπολῑτεύομαι
πρόπολος
προπομπή
προπομπός
προπονέω
Προποντίς
προπορείᾱ
προπορεύομαι
πρόποσις
προπότης
πρόπους
View word page
προ-πολῑτεύομαι
προ-πολῑτεύομαιmid.vb neut.pl.pf.pass.ptcpl.sb.former political servicesPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προπολῑτεύομαι
Headword (normalized):
προπολῑτεύομαι
Headword (normalized/stripped):
προπολιτευομαι
IDX:
34472
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34473
Key:
προπολῑτεύομαι

Data

{'headword_display': '<b>προ-πολῑτεύομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-πολῑτεύομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><vSGrm><GLbl>neut.pl.pf.pass.ptcpl.sb.</GLbl><Def>former political services</Def><Au>Plb.</Au></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'προπολῑτεύομαι'}