Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προοχή
πρόοψις
προπαιδείᾱ
προπαιδεύω
προπαλαιπαλαίπαλαι
πρόπαππος
πρόπαρ
προπαραβάλλομαι
προπαρασκευάζω
προπαρέχω
προπαρίστημι
προπάροιθε(ν)
πρόπᾱς
προπάσχω
προπάτωρ
πρόπειρα
πρόπεμπτα
προπέμπω
προπεριλαμβάνω
προπέρυσι(ν)
προπετάννῡμι
View word page
προ-παρίστημι
προ-παρίστημιvbdial.athem.aor.
προπαρέστᾱν
stand by w.dat.someoneas championE.

ShortDef

(not in LSJ)

Debugging

Headword:
προπαρίστημι
Headword (normalized):
προπαρίστημι
Headword (normalized/stripped):
προπαριστημι
IDX:
34443
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34444
Key:
προπαρίστημι

Data

{'headword_display': '<b>προ-παρίστημι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-παρίστημι</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>dial.athem.aor.</Lbl><Form>προπαρέστᾱν</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>stand by <Prnth><GLbl>w.dat.</GLbl>someone</Prnth>as champion</Tr><Au>E.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προπαρίστημι'}