Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄλευρα
ἀλεύω
ἀλέω
ἀλεωρή
ἄλη
ἀλήθεια
ἀληθευτικός
ἀληθεύω
ἀλήθην
ἀληθής
ἀληθίζομαι
ἀληθινολογίᾱ
ἀληθινός
ἀληθόμαντις
ἀληθοσύνη
ἀλήθω
ἀλήιος
ἀληλεμένος
ἀληλιμμένος
ἄλημα
ἀλήμεναι
View word page
ἀληθίζομαι
ἀληθίζομαιmid.vb be truthfulspeak the truthHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀληθίζομαι
Headword (normalized):
ἀληθίζομαι
Headword (normalized/stripped):
αληθιζομαι
IDX:
3443
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3444
Key:
ἀληθίζομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀληθίζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀληθίζομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Def>be truthful</Def><Tr>speak the truth</Tr><Au>Hdt.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀληθίζομαι'}