Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προομολογέω
προοπτέον
προόπτης
πρόοπτος
προορᾱτός
προοράω
προορίζω
προορμάω
προοφείλω
προοχή
πρόοψις
προπαιδείᾱ
προπαιδεύω
προπαλαιπαλαίπαλαι
πρόπαππος
πρόπαρ
προπαραβάλλομαι
προπαρασκευάζω
προπαρέχω
προπαρίστημι
προπάροιθε(ν)
View word page
πρό-οψις
πρό-οψιςεωςfὄψις advance sightof enemy troopsTh.

ShortDef

a foreseeing

Debugging

Headword:
πρόοψις
Headword (normalized):
πρόοψις
Headword (normalized/stripped):
προοψις
IDX:
34434
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34435
Key:
πρόοψις

Data

{'headword_display': '<b>πρό-οψις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πρό-οψις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ὄψις</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>advance sight<Expl>of enemy troops</Expl></Tr><Au>Th.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πρόοψις'}