Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προόμνῡμι
προομολογέω
προοπτέον
προόπτης
πρόοπτος
προορᾱτός
προοράω
προορίζω
προορμάω
προοφείλω
προοχή
πρόοψις
προπαιδείᾱ
προπαιδεύω
προπαλαιπαλαίπαλαι
πρόπαππος
πρόπαρ
προπαραβάλλομαι
προπαρασκευάζω
προπαρέχω
προπαρίστημι
View word page
προοχή
προοχήῆςfπροέχω promontory, headlandPlb.

ShortDef

prominent point, eminence

Debugging

Headword:
προοχή
Headword (normalized):
προοχή
Headword (normalized/stripped):
προοχη
IDX:
34433
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34434
Key:
προοχή

Data

{'headword_display': '<b>προοχή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προοχή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>προέχω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>promontory, headland</Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'προοχή'}