Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρόοδος
πρόοδος
πρόοιδα
προοίμην
προοιμιάζομαι
προοίμιον
προοίχομαι
προομαλῡ́νω
προόμνῡμι
προομολογέω
προοπτέον
προόπτης
πρόοπτος
προορᾱτός
προοράω
προορίζω
προορμάω
προοφείλω
προοχή
πρόοψις
προπαιδείᾱ
View word page
προοπτέον
προοπτέονneut.impers.vbl.adj.seeπροοράω

ShortDef

one must look to, be careful of

Debugging

Headword:
προοπτέον
Headword (normalized):
προοπτέον
Headword (normalized/stripped):
προοπτεον
IDX:
34425
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34426
Key:
προοπτέον

Data

{'headword_display': '<b>προοπτέον</b>', 'content': '<XE><RefFm>προοπτέον<LblR>neut.impers.vbl.adj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>προοράω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'προοπτέον'}