Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρόμαντις
προμᾱ́τωρ
προμαχέω
προμαχεών
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
προμεθίημι
προμείγνῡμι
προμελετάω
προμεριμνάω
προμετωπίδιον
προμήθεια
Προμήθεια
προμηθέομαι
Προμηθεύς
προμηθής
προμηθίᾱ
προμηθικῶς
προμήκης
προμηνῡ́ω
View word page
προ-μεριμνάω
προ-μεριμνάωcontr.vb be anxious beforehand aboutw.indir.q.what one will sayNT.

ShortDef

to take thought before

Debugging

Headword:
προμεριμνάω
Headword (normalized):
προμεριμνάω
Headword (normalized/stripped):
προμεριμναω
IDX:
34364
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34365
Key:
προμεριμνάω

Data

{'headword_display': '<b>προ-μεριμνάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-μεριμνάω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>be anxious beforehand about</Tr><Cmpl><GLbl>w.indir.q.</GLbl>what one will say<Au>NT.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'προμεριμνάω'}