Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προμαντεύομαι
πρόμαντις
προμᾱ́τωρ
προμαχέω
προμαχεών
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
προμεθίημι
προμείγνῡμι
προμελετάω
προμεριμνάω
προμετωπίδιον
προμήθεια
Προμήθεια
προμηθέομαι
Προμηθεύς
προμηθής
προμηθίᾱ
προμηθικῶς
προμήκης
View word page
προ-μελετάω
προ-μελετάωcontr.vb practise beforehandw.compl.cl.what one shd. sayAr.a techniquePl.w.inf.doing sthg.X. NT.intr.practisedoing sthg.Pl.of a dancerrehearseAr.

ShortDef

to practise beforehand

Debugging

Headword:
προμελετάω
Headword (normalized):
προμελετάω
Headword (normalized/stripped):
προμελεταω
IDX:
34363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34364
Key:
προμελετάω

Data

{'headword_display': '<b>προ-μελετάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-μελετάω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>practise beforehand</Tr><Obj><GLbl>w.compl.cl.</GLbl>what one shd. say<Au>Ar.</Au></Obj><Obj>a technique<Au>Pl.</Au></Obj><Cmpl><GLbl>w.inf.</GLbl>doing sthg.<Au>X. NT.</Au></Cmpl><vS2><Indic>intr.</Indic><Tr>practise<Expl>doing sthg.</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></vS2><vS2><Indic>of a dancer</Indic><Tr>rehearse</Tr><Au>Ar.</Au></vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'προμελετάω'}