Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προλῡ́πησις
προμᾱ́θεια
προμᾱθεύς
προμαλάττομαι
πρόμαλος
προμανθάνω
προμαντείᾱ
προμαντεύομαι
πρόμαντις
προμᾱ́τωρ
προμαχέω
προμαχεών
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
προμεθίημι
προμείγνῡμι
προμελετάω
προμεριμνάω
προμετωπίδιον
προμήθεια
View word page
προμαχέω
προμαχέωcontr.vbπρόμαχος of a detachment of troopsfight in frontof their armyX. of the Atheniansfight as championsw.gen.of the GreeksLycurg.quot.epigr.

ShortDef

to fight in front

Debugging

Headword:
προμαχέω
Headword (normalized):
προμαχέω
Headword (normalized/stripped):
προμαχεω
IDX:
34356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34357
Key:
προμαχέω

Data

{'headword_display': '<b>προμαχέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προμαχέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>πρόμαχος</Ref></Ety></vHG> <vS1><Indic>of a detachment of troops</Indic><Tr>fight in front<Expl>of their army</Expl></Tr><Au>X.</Au> </vS1> <vS1><Indic>of the Athenians</Indic><Tr>fight as champions</Tr><Cmpl><GLbl>w.gen.</GLbl>of the Greeks<Au>Lycurg.<LblR>quot.epigr.</LblR></Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'προμαχέω'}