Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρόλογος
προλοχίζω
προλῡμαίνομαι
προλῡπέομαι
προλῡ́πησις
προμᾱ́θεια
προμᾱθεύς
προμαλάττομαι
πρόμαλος
προμανθάνω
προμαντείᾱ
προμαντεύομαι
πρόμαντις
προμᾱ́τωρ
προμαχέω
προμαχεών
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
προμεθίημι
προμείγνῡμι
View word page
προμαντείᾱ
προμαντείᾱᾱς
Ion.προμαντηίηης
fπρομαντεύομαι
right to consult an oracle firstbefore othersHdt. D. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προμαντείᾱ
Headword (normalized):
προμαντείᾱ
Headword (normalized/stripped):
προμαντεια
IDX:
34352
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34353
Key:
προμαντείᾱ

Data

{'headword_display': '<b>προμαντείᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προμαντείᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><DL><Lbl>Ion.</Lbl><FmHL>προμαντηίη</FmHL><DInfl><FmInfl>ης</FmInfl></DInfl></DL><PS>f</PS><Ety><Ref>προμαντεύομαι</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>right to consult an oracle first<Expl>before others</Expl></Tr><Au>Hdt. D. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'προμαντείᾱ'}