Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προκοπή
προκόπτω
πρόκοψις
προκρῑ́νω
πρόκρισις
πρόκριτος
πρόκροσσοι
προκρούω
προκυκλέω
προκυλινδέομαι
προκυλίνδομαι
προκύλισις
προκύπτω
προκώμιον
πρόκωπος
προλαγχάνω
προλάζυμαι
προλαμβάνω
προλέγω
προλείπω
προλεπτῡ́νομαι
View word page
προ-κυλίνδομαι
προ-κυλίνδομαιmid.vb of sea-swellroll forwardIl.

ShortDef

to roll forward

Debugging

Headword:
προκυλίνδομαι
Headword (normalized):
προκυλίνδομαι
Headword (normalized/stripped):
προκυλινδομαι
IDX:
34326
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34327
Key:
προκυλίνδομαι

Data

{'headword_display': '<b>προ-κυλίνδομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-κυλίνδομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of sea-swell</Indic><Tr>roll forward</Tr><Au>Il.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προκυλίνδομαι'}