Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Ἀλέξανδρος
ἀλεξάνεμος
ἀλέξημα
ἀλέξησις
ἀλεξητήρ
ἀλεξητήριος
ἀλεξήτωρ
ἀλεξιάρης
ἀλεξίκακος
ἀλεξίλογος
ἀλεξίμβροτος
ἀλεξίμορος
ἀλεξίπονος
ἀλεξιφάρμακον
ἀλέξω
ἀλέομαι
ἁλέσθαι
ἅλεσσι
ἀλέτης
ἀλετός
ἀλετρεύω
View word page
ἀλεξί-μβροτος
ἀλεξί-μβροτοςονadjβροτός of a spear, processions in honour of a godprotecting mortalsPi.

ShortDef

protecting mortals

Debugging

Headword:
ἀλεξίμβροτος
Headword (normalized):
ἀλεξίμβροτος
Headword (normalized/stripped):
αλεξιμβροτος
IDX:
3417
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3418
Key:
ἀλεξίμβροτος

Data

{'headword_display': '<b>ἀλεξί-μβροτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀλεξί-μβροτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>βροτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a spear, processions in honour of a god</Indic><Tr>protecting mortals</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀλεξίμβροτος'}