Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
προεξαγκωνίζω
προεξάγω
προεξᾱίσσω
προεξαλείφομαι
προεξαμαρτάνω
προεξανάγομαι
προεξανίσταμαι
προεξαποστέλλω
προεξᾴσσω
προεξέδρη
προεξειλεγμένος
προέξειμι
προεξελαύνω
προεξέρχομαι
προεξορμάω
προεπαινέω
προεπανασείω
προεπιβάλλω
προεπιβουλεύω
προεπιδείκνῡμι
προεπιπλήττω
View word page
προεξειλεγμένος
προεξειλεγμένος
pf.pass.ptcpl.
see
προεκλέγομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
προεξειλεγμένος
Headword (normalized):
προεξειλεγμένος
Headword (normalized/stripped):
προεξειλεγμενος
IDX:
34178
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34179
Key:
προεξειλεγμένος
Data
{'headword_display': '<b>προεξειλεγμένος</b>', 'content': '<XE><RefFm>προεξειλεγμένος<LblR>pf.pass.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>προεκλέγομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'προεξειλεγμένος'}