Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προέμεν
προενδείκνυμαι
προενεργέω
προενοίκησις
προενσείω
προεντυγχάνω
προεξαγγέλλω
προεξαγκωνίζω
προεξάγω
προεξᾱίσσω
προεξαλείφομαι
προεξαμαρτάνω
προεξανάγομαι
προεξανίσταμαι
προεξαποστέλλω
προεξᾴσσω
προεξέδρη
προεξειλεγμένος
προέξειμι
προεξελαύνω
προεξέρχομαι
View word page
προ-εξαλείφομαι
προ-εξαλείφομαιpass.vb of registers of payments duebe wiped clean in advancebe cancelled prematurelyArist.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προεξαλείφομαι
Headword (normalized):
προεξαλείφομαι
Headword (normalized/stripped):
προεξαλειφομαι
IDX:
34171
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34172
Key:
προεξαλείφομαι

Data

{'headword_display': '<b>προ-εξαλείφομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-εξαλείφομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of registers of payments due</Indic><Def>be wiped clean in advance</Def><Tr>be cancelled prematurely</Tr><Au>Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προεξαλείφομαι'}