Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προεισφέρω
προεισφορᾱ́
προεκδαπανάομαι
προεκδίδωμι
προεκδραμεῖν
προέκθεσις
προεκθέω
προεκκομίζω
προεκλέγομαι
προεκλῡ́ω
προεκπέμπω
προεκπίπτω
προεκπλέω
προεκπλήσσω
προεκτίθημι
προεκφοβέω
προεκφόβησις
προέλασις
προελαύνω
προέλκω
προεμβαίνω
View word page
προ-εκπέμπω
προ-εκπέμπωvb send out aheadtroops, goodsPlu.

ShortDef

to send out before

Debugging

Headword:
προεκπέμπω
Headword (normalized):
προεκπέμπω
Headword (normalized/stripped):
προεκπεμπω
IDX:
34148
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34149
Key:
προεκπέμπω

Data

{'headword_display': '<b>προ-εκπέμπω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-εκπέμπω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>send out ahead</Tr><Obj>troops, goods<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'προεκπέμπω'}