Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προείρω
προείς
προεισάγω
προεισδέομαι
προεισέρχομαι
προεισπέμπω
προεισφέρω
προεισφορᾱ́
προεκδαπανάομαι
προεκδίδωμι
προεκδραμεῖν
προέκθεσις
προεκθέω
προεκκομίζω
προεκλέγομαι
προεκλῡ́ω
προεκπέμπω
προεκπίπτω
προεκπλέω
προεκπλήσσω
προεκτίθημι
View word page
προ-εκδραμεῖν
προ-εκδραμεῖνaor.2 inf of a soldierrun out aheadof othersPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προεκδραμεῖν
Headword (normalized):
προεκδραμεῖν
Headword (normalized/stripped):
προεκδραμειν
IDX:
34142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34143
Key:
προεκδραμεῖν

Data

{'headword_display': '<b>προ-εκδραμεῖν</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-εκδραμεῖν</HL><PS>aor.2 inf</PS></vHG> <vS1><Indic>of a soldier</Indic><Tr>run out ahead<Expl>of others</Expl></Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προεκδραμεῖν'}