Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προδοκαί
προδοκέομαι
πρόδομα
πρόδομος
προδοξάζω
προδοσίᾱ
πρόδοσις
προδοτέον
προδότης
πρόδοτος
πρόδουλος
προδραμεῖν
προδρομεύω
προδρομή
πρόδρομος
προδυστυχέω
προδωσέταιρος
προεγείρω
προεγκάθημαι
προεγχειρέω
προέδεξα
View word page
πρό-δουλος
πρό-δουλοςονadjδοῦλος of footwearservingthe feetlike slavesA.

ShortDef

serving as a slave

Debugging

Headword:
πρόδουλος
Headword (normalized):
πρόδουλος
Headword (normalized/stripped):
προδουλος
IDX:
34107
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34108
Key:
πρόδουλος

Data

{'headword_display': '<b>πρό-δουλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πρό-δουλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>δοῦλος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of footwear</Indic><Tr>serving<Prnth>the feet</Prnth>like slaves</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πρόδουλος'}