Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προδιαχωρέω
προδιδάσκω
προδίδωμι
προδιεξέρχομαι
προδιεργάζομαι
προδιερευνάομαι
προδιερευνητής
προδιέρχομαι
προδιευκρινέομαι
προδιηγέομαι
προδιήγησις
προδικασίᾱ
πρόδικος
προδιοικέομαι
προδιομολογέομαι
προδιώκω
προδοκαί
προδοκέομαι
πρόδομα
πρόδομος
προδοξάζω
View word page
προ-διήγησις
προδιήγησιςεωςf preliminary expositionref. to part of a speechAeschin. Arist.

ShortDef

a detailing beforehand

Debugging

Headword:
προδιήγησις
Headword (normalized):
προδιήγησις
Headword (normalized/stripped):
προδιηγησις
IDX:
34091
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34092
Key:
προδιήγησις

Data

{'headword_display': '<b>προ-διήγησις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>προ<hyph/>διήγησις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>preliminary exposition<Expl>ref. to part of a speech</Expl></Tr><Au>Aeschin. Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'προδιήγησις'}