Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πρόγνωσις
προγονικός
πρόγονος
πρόγραμμα
προγραφή
προγράφω
προγυμνάζομαι
προδαῆναι
προδανείζω
προδαπανάω
προδείδω
προδείελος
προδείκνῡμι
προδειμαίνω
προδέκτωρ
προδέρκομαι
πρόδηλος
προδηλόω
προδήλωσις
προδιαβαίνω
προδιαβάλλω
View word page
προ-δείδω
προ-δείδωvbaor.ptcpl.
προδείσᾱς
be fearful in advance be apprehensiveof what is about to be heardS.

ShortDef

to fear prematurely

Debugging

Headword:
προδείδω
Headword (normalized):
προδείδω
Headword (normalized/stripped):
προδειδω
IDX:
34061
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34062
Key:
προδείδω

Data

{'headword_display': '<b>προ-δείδω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-δείδω</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>aor.ptcpl.</Lbl><Form>προδείσᾱς</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Def>be fearful in advance</Def> <Tr>be apprehensive<Expl>of what is about to be heard</Expl></Tr><Au>S.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προδείδω'}